ΤΕΛΙΚΑ, ΠΟΙΟΙ ΕΙΣΤΕ;

ΤΕΛΙΚΑ, ΠΟΙΟΙ ΕΙΣΤΕ;

Νὰ μὲ συγχωρεῖτε γιὰ τὸν αὐτοαναφορικὸ χαρακτῆρα τῆς ἀναρτήσεως, ἀλλὰ θέλω νὰ ξεκαθαρίσω κάποια ἐντελῶς βασικὰ πράγματα γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχουν παρεξηγήσεις ὅσον ἀφορᾶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐκδίδουν αὐτὸ τὸ περιοδικὸ καὶ βρίσκονται πίσω ἀπὸ αὐτὴν τὴν σελίδα.

Δὲν ἀναφέρομαι φυσικὰ σὲ ὅσους μπαίνουν συχνὰ-πυκνὰ στὰ σχόλια (σχεδὸν καθημερινῶς) γιὰ νὰ μᾶς βρίσουνε ἤ νὰ μᾶς προβοκάρουνε (οἱ χειρότεροι εἶναι κυρίως χιτλερικοί, φανατικοὶ νεοφιλελεύθεροι καὶ «ἑλλάνιοι» νεοπαγανιστὲς -παρεμπιπτόντως, οἱ ἀριστεροί, πλὴν ἐλαχίστων, εἶναι κοσμιότατοι).

Ἀναφέρομαι σὲ ὅσους ἐνδιαφέρονται καλοπροαίρετα καὶ σοβαρὰ γι’ αὐτὸ τὸ ταπεινὸ ἐγχείρημα ποὺ τὸ ὀνομάζουμε «Ἔνζυμο» (δηλαδὴ καταλύτη).

Ἀφορμὴ παίρνω ἀπὸ τὴν ἐρώτηση ἑνὸς καλοῦ ἀναγνώστη τῶν ἀναρτήσεων, τὸν ὁποῖον εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν εὐκαιρία ποὺ μᾶς ἔδωσε (δὲς τὴν ἐρώτησή του στὴν ἀνάρτηση γιὰ τὸ Συλλαλητήριο τοῦ Συντάγματος, παρακάτω).

Παραθέτω, λοιπόν, τὴν ἀπάντησή μας (μὲ κάποιες προσθῆκες):

«Γιὰ ἐμᾶς ἡ πίστη στὸν Θεὸ εἶναι πάνω ἀπὸ ὁτιδήποτε ἄλλο, διότι ἁπλούστατα δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Θεό. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ Θεός, ὅλα τὰ ἄλλα ἕπονται, ἀλλὰ καὶ καθορίζονται ταυτοχρόνως ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό.

Ἄν παρακολουθεῖς τὶς ἀναρτήσεις μας δὲν θὰ πρέπει νὰ σὲ ξενίζει ἡ προτεραιότητα ποὺ δίνουμε στὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανισμό, διότι:

α) Εἴμαστε Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι. Καὶ εἴμαστε Ὀρθόδοξοι ὄχι γιατὶ θέλουμε νὰ ἐργαλειοποιήσουμε πολιτικὰ τὴν Ὀρθοδοξία -παρ’ ὅτι τὸ ἐγχείρημά μας εἶναι πολιτικὸ καὶ ὄχι φυσικὰ θεολογικὸ- ἀλλὰ χάριν τῆς ἴδιας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀλήθεια.

β) Ἡ ὀνομασία τοῦ περιοδικοῦ μας εἶναι «Τὰ Παιδιὰ τῆς Ἀντιγόνης» καὶ τὸ μότο του εἶναι ἡ φράση τῆς Ἀντιγόνης «Οὗτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν» (γεννήθηκα γιὰ νὰ ἀγαπῶ καὶ ὄχι νὰ μισῶ) -ρήση ποὺ εἶναι εὔλογο γιὰ τὸ ποῦ παραπέμπει. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ -καὶ τὰ καλύτερα- διδάγματα τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας. Γιὰ νὰ θυμηθοῦμε ἐπίσης καὶ τὶς ρήσεις τοῦ Σωκράτη, τὴν φιλοσοφία ὡς μελέτη θανάτου, οὐδείς ἑκὼν κακὸς, καλύτερα νὰ ἀδικεῖσαι παρὰ νὰ ἀδικεῖς κλπ. Ἥ τὴν πλατωνικὴ «Πολιτεία» ὡς κατ’ ἐξοχὴν θεοκρατία, μὲ ἐπικεφαλεῖς τοὺς βασιλεῖς φιλοσόφους (δηλαδή, στὴν πραγματικότητα θεολόγους-ἱερεῖς, ποὺ μποροῦν νὰ κυβερνήσουν δίκαια, διότι γνωρίζουν τὸ «ὄντως ὅν») ἤ ἀκόμη τὸν φοβερὸ ὕμνο τοῦ στωικοῦ Κλεάνθη πρὸς τὸν θεὸ -γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μόνο μερικὰ παραδείγματα.

Ἡ Ἀντιγόνη ἔγινε γνωστή, διότι ἔβαλε τὸν θεϊκὸ νόμο πάνω ἀπὸ τὸν κοσμικό, αὐθαίρετο, τυραννικὸ νόμο τοῦ Κρέοντα καὶ δέχθηκε νὰ πεθάνει προθύμως γι’ αὐτόν. Ὅταν τὸ κράτος ἀρνεῖται τὸν θεϊκὸ νόμο διαπράττει τὴν μέγιστη ὕβρη. Ἡ θεοκρατία ἀποτελοῦσε ἄλλωστε τὴν βάση τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ κράτους. Κρατικὴ ἐξουσία καὶ πολιτειακὴ ὀργάνωση ποὺ δὲν θεμελιώνονταν στὸ θεῖο ἦταν κάτι ἐντελῶς ἀδιανόητο γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες (ὅπως καὶ γιὰ ὅλες τὶς παραδοσιακές, προαστικὲς κοινωνίες), οἱ ὁποῖοι ἀργότερα ἦταν ὁ πρῶτος λαὸς ποὺ ἐναγκαλίσθηκε μαζικὰ τὸν χριστιανισμό.

Ἀσφαλῶς, ὁ Χριστιανισμὸς δὲν ἀποτελεῖ ἁπλὸ παρέκταμα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνισμοῦ. Ὑπάρχει ὁπωσδήποτε τομή, ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ συνέχεια. Ἡ τομὴ εἶναι ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ἡ συνέχεια εἶναι ἡ χρήση τῶν ἐργαλείων τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ὑπὸ χριστιανικὸ φῶς, γιὰ τὴν διασάφηση τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας. Ἡ υἱοθέτηση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, μὲ τὴν δογματικὴ ἐπεξεργασία αἰώνων, προϋποθέτει μία ὁλόκληρη ἐνάσκηση τῆς σκέψεως (διαλεκτικὴ) γιὰ τὴν ἀποδοχὴ καὶ τὴν κατανόηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ (πᾶρτε λ.χ. τὸ ἐξαιρετικὰ δύσκολο ζήτημα τοῦ Τριαδικοῦ Δόγματος). Τὸ Εὐαγγέλιο (ἀλλὰ καὶ ἡ μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπὸ ἑλληνιστὲς Ἑβραίους) δὲν γράφτηκε στὰ ἑλληνικὰ ἁπλῶς ἐπειδὴ αὐτὴ ἦταν μία ἀπὸ τὶς διεθνεῖς γλῶσσες τῆς ἐποχῆς (γιατὶ δὲν γράφτηκε στὰ λατινικά;), ἀλλὰ ἐπειδὴ μποροῦσε νὰ ἐκφράσει μὲ τὸ καλύτερο τρόπο τὸ βάθος τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας -Ἕλληνες ὄχι μόνο στὴν καταγωγὴ ἀλλὰ κυρίως στὴν παιδεία- δίδαξαν ὅτι ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία ὑπηρέτησε τὴν προετοιμασία τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁλόκληρη ἡ Ἱστορία ἄλλωστε καθορίζεται ἀπὸ τὴν Θεία Πρόνοια.

Ἐμεῖς εἴμαστε ξεκάθαρα ἐναντίον τοῦ Σύγχρονου Κόσμου -τοῦ κόσμου τῆς κορυφώσεως τῆς Ἀποστασίας. Καὶ γι’ αὐτὸ μιλᾶμε γιὰ Χριστιανικὴ Ἐξέγερση ἐναντίον τοῦ Σύγχρονου Κόσμου.

γ) Ἔχουμε γράψει ἀρκετὲς φορὲς ὅτι ὑποστηρίζουμε τὸ ἐθνοκράτος ὄχι ἀπὸ θέση ἀρχῆς ἀλλὰ ἀπὸ θέση ἀνάγκης. Ἄλλωστε τὸ ἔθνος-κράτος ἀποτελεῖ ἕνα πρόσφατο φαινόμενο τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας, ἀλλὰ καὶ ἐν γένει τῆς παγκόσμιας Ἱστορίας. Ὑποστηρίζουμε τὸ ἐθνοκράτος ὡς ἀναγκαῖα πολιτικὴ μορφὴ γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ νεώτερου καὶ σύγχρονου Ἑλληνισμοῦ. Καὶ γι’ αὐτὸ εἴμαστε Ἐθνικιστές, ὅπως ὁρίζει τὸν Ἐθνικισμὸ ἡ Πολιτικὴ Ἐπιστήμη, δηλαδὴ ὡς τὸ πρόταγμα γιὰ τὴν δημιουργία Ἐθνικοῦ Κράτους, χωρὶς νὰ «παντρεύουμε» τὸν Ἐθνικισμό μας μὲ ὁποιαδήποτε ἰδεολογία.

δ) Σὲ κάθε περίπτωση πάντως δὲν βάζουμε τίποτε πάνω ἀπὸ τὸν Θεό, εἴτε αὐτὸ ὀνομάζεται ἄτομο (φιλελευθερισμὸς), εἴτε λαὸς (δημοκρατισμὸς), εἴτε τάξη (σοσιαλισμός, κομμουνισμὸς), εἴτε κράτος (φασισμὸς), εἴτε βιολογικὴ φυλὴ (ἐθνικοσοσιαλισμὸς). Γι’ αὐτὸ ἀπορρίπτουμε ὅλες τὶς ἰδεολογίες (δηλαδὴ τὶς σύγχρονες κοσμικὲς θρησκεῖες) καὶ τὰ μὴ χριστιανικὰ καθεστῶτα.

ε) Τὸ ἰδεῶδες μας εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης ἤ Ρωμανίας (τὸ λεγόμενο «Βυζάντιο»). Καὶ ὡς αὐτοκρατορία ἦταν ἐξ ὁρισμοῦ πολυεθνικὴ (δὲν ὑπάρχει μὴ πολυεθνικὴ αὐτοκρατορία), μὲ κορωνίδα του τὴν Ὀρθοδοξία, γλώσσα του τὴν Ἑλληνικὴ καὶ κληρονομιά του τὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πολιτισμὸ (τὸ «Βυζάντιο» μέσῳ τῆς μοναστηριῶν διέσωσε τὴν ἀρχαῖα ἑλληνικὴ γραμματεία, τὴν ἔκανε ἀντικείμενο ἐπισταμένης μελέτης -πάντοτε ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ χριστιανισμοῦ- καὶ διατήρησε τὸ νῆμα τῆς ἀρχαίας κλασσικῆς παιδείας -ἄς ἀναφέρουμε χαρακτηριστικὰ ὅτι συστατικὸ μέρος τῆς ἐγκυκλίου παιδείας ἦταν τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, τὰ ὁποῖα οἱ μαθητὲς δὲν τὰ μελετοῦσαν μόνο, ἀλλὰ τὰ μάθαιναν ἀπ’ ἔξω, γιὰ νὰ μὴν μιλήσουμε γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς ἐπιστήμης).

στ) Ὑποστηρίζουμε τὸ ἱστορικὸ σχῆμα τοῦ Παπαρρηγόπουλου περὶ τρισχιλιετοῦς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Καὶ τὸ μεγαλύτερο μέρος αὐτῆς τῆς ἱστορίας εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία ἐδῶ καὶ 2000 χρόνια ταυτίζονται ὄχι μόνο ἐθνολογικῶς ἀλλά, τὸ κυριότερο θρησκευτικῶς, ἀλλὰ καὶ πολιτισμικῶς. Τὴν περίοδο τῶν 500 ἐτῶν μουσουλμανικῆς κατοχῆς ὁ Ἑλληνισμὸς κατάφερε νὰ ἐπιβιώσει χάρη στὴν Ὀρθοδοξία. Ὅποιος Ἕλληνας προσχωροῦσε στὸν μουσουλμανισμὸ ἐθεωρεῖτο (καὶ ἦταν) νεκρὸς γιὰ τὸ Γένος. Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 δὲν ἔγινε ἐν ὀνόματι κάποιας ἰδεολογίας, ἀλλὰ ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ Κολοκοτρώνης τὸ συνόψισε αὐτὸ ὅταν ἔλεγε ὅτι ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ ξεσηκωθοῦμε εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ μετὰ ὑπὲρ πατρίδος (πρῶτα ὑπέρ βωμῶν καὶ μετὰ ὑπὲρ ἑστιῶν). Κι αὐτὸ διότι ἡ πατρίδα (δηλαδὴ ὁ Ἑλληνισμὸς) εἶναι ἀδιανόητος χωρὶς τὴν Πίστη.

Τὸ ἰδεῶδες τῶν Ἐπαναστατῶν ἦταν ὁ ξεσηκωμὸς γιὰ τὴν ἀνασύσταση τῆς Ὀρθόδοξης Ρωμανίας (τὸ σχέδιο τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας προέβλεπε γενικὸ ξεσηκωμὸ τῶν Ὀρθοδόξων καὶ χτύπημα στὴν ἴδια τὴν Κωνσταντινούπολη). Δυστυχῶς ὅμως μείναμε μόνοι μας, διότι οἱ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι λαοὶ δὲν μᾶς ἀκολούθησαν (ἀποτυχία τῆς πρώτης Ἐπαναστάσεως στὶς Παραδουνάβιες), ὁπότε ἡ Ἐπανάσταση περιορίσθηκε στὴν κυρίως Ἑλλάδα καὶ ἔγινε καθαρὰ Ἑλληνικὴ ὑπόθεση.

ζ) Ὡς ἐκ τούτου τὸ ἰδεῶδες μας γιὰ τὸ ἐθνοκράτος εἶναι ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ μοναρχία, μὲ ἰσχυρὲς λαϊκὲς κοινότητες, τὴν ὁποῖα προσπάθησε νὰ ἐνσαρκώσει ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ὡς πρῶτος Ἐθνικὸς Κυβερνήτης, ἡ δολοφονία τοῦ ὁποίου ἀποτελεῖ τὴν ἀφετηρία τῆς νεώτερης καὶ σύγχρονης νεοελληνικῆς κακοδαιμονίας, ποὺ ἄνοιξε τὸν δρόμο γιὰ τὴν ὑπαγωγὴ τῆς Ἑλλάδας στὸ Δυτικὸ ἅρμα ὡς γεωπολιτικὸ καὶ πολιτιστικό της προτεκτορᾶτο (πρᾶγμα ποὺ ἔχει νὰ κάνει καὶ μὲ τὴν σταδιακὴ ἀλλοίωση τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος) μέσῳ τοῦ φιλελευθερισμοῦ (καὶ τοῦ τεκτονισμοῦ).

Αὐτὰ ἐν τάχει (γιατὶ χρειάζονται πολλὲς διευκρινήσεις) γιὰ τὸ ποιοί -τελικὰ- εἴμαστε.

Ὅλα αὐτὰ τὰ θεωροῦμε δεδομένα καὶ ἀδιαπραγμάτευτα γιὰ τὸ ἐγχείρημά μας. Εἶναι ὁ καρπὸς τῶν προβληματισμῶν, τῶν σκέψεων, τῶν διαβασμάτων καὶ κυρίως τῶν πολλῶν συζητήσεών μας, ὅταν ἀποφασίσαμε πρὶν ἀπὸ κάποια χρόνια νὰ κάνουμε τὸ «φοβερὸ βῆμα» καὶ νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸν κομμουνισμὸ στὴν Ἑλληνισμό.

Ἑπομένως, μὴν σᾶς ξενίζει ἡ πρόσφατη ἐπιμονή μας μὲ τὰ γενόμενα περὶ «γάμου», «τεκνοθεσίας» κλπ, γιατὶ θὰ ἐπακολουθήσουν καὶ πολλὰ ἄλλα.

Καὶ γιὰ τοὺς κακόβουλους: μὴν μπαίνετε κάθε μέρα γιὰ νὰ μᾶς βρίζετε καὶ νὰ μᾶς προβοκάρετε. Ἐμεῖς αὐτοὶ εἴμαστε. Δικαίωμά σας ἅμα δὲν σᾶς ἀρέσουμε, ἀλλὰ φροντίστε νὰ μὴν μᾶς ἐνοχλεῖτε, ὅπως δὲν σᾶς ἐνοχλοῦμε κι ἐμεῖς.

ΥΓ: Γιὰ νὰ ἀποφύγουμε ἀκόμη μία παρεξήγηση, δὲν πιστεύουμε σὲ κανένα «ξανθὸ γένος» ποὺ δῆθεν θὰ μᾶς «ἀπελευθερώσει». Οὔτε πιστεύουμε στὸ παραμύθι τῆς (σημερινῆς) «Ὀρθόδοξης Ρωσσίας». Οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ὑποστηρίζουμε τὴν Ρωσσία σὲ αὐτὸν τὸν πόλεμο εἶναι αὐστηρῶς λόγοι ἐθνικοῦ συμφέροντος. Καὶ τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ Ἰσραήλ, ὅπως ἰσχύει καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε ἄλλο ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ τὶς διεθνεῖς σχέσεις, ὅπου ὑπάρχουν μονάχα συμφέροντα.